- ἀπολάντιον
- ἀπολάντιον, τό, perh. name of a grass,A
σπάρτα ἀπολαντίου PMag.Lond.1.121.209
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σπάρτα ἀπολαντίου PMag.Lond.1.121.209
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
απο- — [ΕΤΥΜΟΛ. Το απο ως προρρηματικό ή προθεματικό στοιχείο προέρχεται από την πρόθεση από. Χρησιμεύει ως α΄ συνθετ. πολλών λέξεων της αρχαίας, μσν. και νέας Ελληνικής και σημαίνει: α) χωρισμό, απομάκρυνση αποβάλλω, απόδημος, απόμαχος αρχ. άπειμι,… … Dictionary of Greek